Υπολογίζεται ότι το 30- 45% του πληθυσμού άνω των 18 ετών θα εμφανίσει αρτηριακή υπέρταση σε κάποια φάση της ζωής του. Παρόλο που το 70% των υπερτασικών ατόμων γνωρίζουν ότι πάσχουν από τη νόσο και λαμβάνουν αντιυπερτασική αγωγή, δυστυχώς μόνο στο 40% αυτών επιτυγχάνεται ρύθμιση της πίεσης στα επίπεδα – στόχου (< 140/90 mmHg).
Τί είναι η ανθεκτική υπέρταση;
Ως ανθεκτική υπέρταση ορίζεται η κατάσταση εκείνη κατά την οποία η αρτηριακή πίεση παραμένει σε επίπεδα άνω των 140/90 mmHg, παρά τη λήψη 3 αντιυπερτασικών φαρμάκων στη μέγιστη ανεκτή δοσολογία, εκ των οποίων το ένα να είναι διουρητικό.
Πόσο συχνή είναι η ανθεκτική υπέρταση;
Η συχνότητα της ανάμεσα στον υπερτασικό πληθυσμό υπολογίζεται γύρω στο 5 – 10%.
Ποιες είναι οι αιτίες της ανθεκτικής υπέρτασης;
Η ανθεκτική υπέρταση μπορεί να είναι αληθής ή ψευδής. Η συνηθέστερη αιτία ψευδούς ανθεκτικής υπέρτασης είναι η πτωχή συμμόρφωση στην υγιεινοδιαιτητική και φαρμακευτική αγωγή και η χορήγηση ανεπαρκών θεραπευτικών σχημάτων.
Η υπέρταση της λευκής μπλούζας (white coat hypertension) αποτελεί άλλη μια συνηθισμένη αιτία ψευδούς ανθεκτικής υπέρτασης. Σε αυτή την κατάσταση παρατηρείται υπέρταση στο ιατρείο και φυσιολογική αρτηριακή πίεση στο σπίτι. Η διάγνωση της μπορεί να γίνει είτε με μετρήσεις της αρτηριακής πίεσης στο σπίτι είτε με τη χρήση συσκευής 24ωρης παρακολούθησης της αρτηριακής πίεσης (ambulatory blood pressure monitor).
Ψευδής ανθεκτική υπέρταση επίσης μπορεί να παρατηρηθεί σε μεθοδολογικά σφάλματα κατά την μέτρηση της αρτηριακής πίεσης (π.χ. στενή περιχειρίδα σε ασθενείς με μεγάλους βραχίονες) αλλά και στους ηλικιωμένους όπου λόγω της αθηροσκλήρυνσης (αύξησης της σκληρότητας των αγγείων) αυτά δεν συμπιέζονται επαρκώς από την περιχειρίδα του πιεσόμετρου με αποτέλεσμα να καταμετρώνται ψευδώς αυξημένες τιμές (Ψευδουπέρταση).
Ο ακατάλληλος τρόπος ζωής αποτελεί μια συχνή αιτία αληθούς ανθεκτικής υπέρτασης. Η παχυσαρκία ή η απότομη αύξηση του σωματικού βάρους, η υπερβολική κατανάλωση οινοπνεύματος και η υψηλή πρόσληψη νατρίου αποτελούν σημαντικούς παράγοντες στην πρόκληση της κατάστασης. Άλλες αιτίες που μπορεί να προκαλέσουν αληθή ανθεκτική υπέρταση είναι η λήψη φαρμάκων που είτε έχουν αγγειοσυσπαστική δράση, είτε προκαλούν κατακράτηση νατρίου και νερού (όπως τα συχνά χρησιμοποιούμενα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη). Αληθή ανθεκτική υπέρταση μπορεί να προκληθεί και στα πλαίσια του συνδρόμου απνοιών στον ύπνο καθώς επίσης και σε καταστάσεις με προχωρημένη βλάβη οργάνων και ιδιαίτερα των νεφρών.
Οι δευτεροπαθείς αιτίες αποτελούν σχετικά σπάνιο αίτιο αληθούς ανθεκτικής υπέρτασης (5-10% των περιπτώσεων) με συχνότερες από αυτές τον πρωτοπαθή υπεραλδοστερονισμό (πάθηση που αφορά τα επινεφρίδια) και την στένωση των νεφρικών αρτηριών (λόγω αθηροσκλήρυνσης).
Ποια τακτική ακολουθείται σε ένα ασθενή με ανθεκτική υπέρταση;
Μια σωστή διαγνωστική προσέγγιση στην ανθεκτική υπέρταση απαιτεί ένα λεπτομερές ιστορικό (συμπεριλαμβανομένου και του τρόπου ζωής), μια σχολαστική κλινική εξέταση καθώς και κλινικοεργαστηριακές εξετάσεις για τον εντοπισμό σχετιζόμενων παραγόντων κινδύνου, βλάβης οργάνων στόχων και πιθανού δευτεροπαθούς αίτιου. Η 24ωρη παρακολούθησης της αρτηριακής πίεσης με τοποθέτηση συσκευής μπορεί να δώσει πολύτιμες πληροφορίες τόσο στην διάγνωση όσο και κατά την αντιμετώπιση της νόσου.
Εφόσον διαπιστωθεί κάποιος δυνητικά αναστρέψιμος παράγοντας ή δευτεροπαθές αίτιο που να προκαλεί ανθεκτική υπέρταση αυτό θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ανάλογα. Η φαρμακευτική αντιμετώπιση της ανθεκτικής υπέρτασης βασίζεται στην τροποποίηση του θεραπευτικού σχήματος και της δοσολογίας των φαρμάκων καθώς και στην προσθήκη επιπλέον αγωγής προσαρμοσμένης στο ιδιαίτερο κλινικό προφίλ του κάθε ασθενούς.
Σε περιπτώσεις όπου η χορήγηση ιδανικής φαρμακευτικής αγωγής αποτύχει να ελαττώσει την αρτηριακή πίεση, και ιδιαίτερα σε υψηλού κινδύνου ασθενείς, μπορούν να εφαρμοστούν οι επεμβατικές μέθοδοι . Τέτοιες είναι η διέγερση των καρωτιδικών τασεουποδοχέων με εμφύτευση ειδικής συσκευής (που ομοιάζει με βηματοδότη) καθώς επίσης και η απονεύρωση των νεφρών. Οι μέθοδοι αυτοί πραγματοποιούνται σε εξειδικευμένα κέντρα και μόνο μετά από προσεκτική επιλογή των κατάλληλων ασθενών.