Υπερηχογράφημα καρωτίδων

Πρόκειται για μια ανώδυνη και ακίνδυνη εξέταση που γίνεται με σκοπό τη διάγνωση της καρωτιδικής νόσου. Η εξέταση δεν απαιτεί κάποια ειδική προετοιμασία. Ο ασθενής ξαπλώνει στο εξεταστικό κρεβάτι και τοποθετεί το κεφάλι τεντωμένο προς τα πίσω. Στη συνέχεια ο γιατρός τοποθετεί ειδικό τζελ στο λαιμό του ασθενή και με τη χρήση ειδικών κεφαλών γίνεται η μελέτη των καρωτίδων. Με αυτό τον τρόπο γίνεται ανίχνευση των αθηρωματικών πλακών στα τοιχώματα των καρωτίδων. Προσδιορίζεται το μέγεθος, η θέση, η υφή (μαλακή ή σκληρή σε σύσταση) της βλάβης καθώς και η παρουσία ελκών.  Τα χαρακτηριστικά της βλάβης είναι σημαντικά γιατί σχετίζονται με τον κίνδυνο για την αποκόλληση μέρους της βλάβης και πρόκλησης εγκεφαλικού επεισοδίου. Στο τέλος της μελέτης υπολογίζεται το ποσοστό στένωσης των καρωτίδων σύμφωνα με τις μεταβολές στη ροή του αίματος. Η εξέταση δεν είναι χρονοβόρα, διαρκεί περίπου 20 -40 λεπτά.

Τί εννοούμε όταν λέμε καρωτιδική νόσος;

Καρωτιδική νόσος είναι η στένωση ή απόφραξη των καρωτίδων και συνήθως οφείλεται σε αθηροσκλήρυνση. Οι καρωτίδες αποτελούν δύο μεγάλα αγγεία, βρίσκονται μία σε κάθε πλευρά του λαιμού. Ο ρόλος τους είναι να αιματώνουν το πρόσθιο τμήμα του εγκεφάλου. Όταν υπάρχει στένωση ή απόφραξη των αρτηριών τότε ελαττώνεται η αιμάτωση στον εγκέφαλο με επακόλουθο τη νέκρωση των εγκεφαλικών κυττάρων. Στην περίπτωση που η κατάσταση αυτή είναι μόνιμη τότε συμβαίνει ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. Όταν είναι παροδική τότε η κατάσταση ονομάζεται παροδικό ισχαιμικό επεισόδιο.

Πώς εκδηλώνεται η καρωτιδική νόσος;

Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων η νόσος δε δίνει συμπτώματα στα αρχικά στάδια. Κατά την κλινική εξέταση η ακρόαση με το στηθοσκόπιο ενός φυσήματος στον τράχηλο είναι ένα από τα ευρήματα.  Σε κάποιους ασθενείς μπορεί να εκδηλωθεί με παροδικό ισχαιμικό επεισόδιο διάρκειας μικρότερης από 24 ώρες και σε άλλους ως ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο με μόνιμη νευρολογική βλάβη.  Οι κλινικές εκδηλώσεις του εγκεφαλικού επεισοδίου μπορεί να είναι: αδυναμία κίνησης ενός ή περισσότερων άκρων, διαταραχές όρασης, πονοκέφαλος, ζάλη ή και απώλεια συνείδησης (λιποθυμία), μούδιασμα ή αδυναμία στο πρόσωπο της μιας πλευράς του σώματος.  

Ακολουθώντας τις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες ο προληπτικός έλεγχος των καρωτίδων συνίσταται στις πιο κάτω κατηγορίες ατόμων:

  • Ασυμπτωματικά άτομα με ιστορικό περιφερικής αγγειακής νόσου ή ανευρύσματος.
  • Άτομα άνω των 40 ετών με τουλάχιστον δύο παράγοντες κινδύνου
  • Αρτηριακή υπέρταση
  • Υπερχοληστερολαιμία
  • Κάπνισμα
  • Συγγενής με ιστορικό αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου
  • Συγγενής πρώτου βαθμού με εμφάνιση αρτηριοσκλήρυνσης σε ηλικία <60 ετών

Αντιμετώπιση

Η αντιμετώπιση είναι συντηρητική (με αντιαιμοπεταλικά φάρμακα και αντιμετώπιση των παραγόντων κινδύνου) ή χειρουργική αναλόγως με τον ασθενή και το βαθμό της στένωσης.

Ο καρδιολόγος και ο αγγειοχειρουργός αποφασίζουν τον τρόπο αντιμετώπισης του ασθενή σε σχέση με το βαθμό στένωσης. Συνήθως οι στενώσεις έως 50% δεν απαιτούν χειρουργική αντιμετώπιση. Στενώσεις 50-69% αντιμετωπίζονται συντηρητικά με αντιαιμοπεταλιακά εκτός εάν η βλάβη είναι μαλακή, με παρουσία έλκους ή όταν ο ασθενής έχει κάνει εγκεφαλικό χωρίς σημαντικό υπόλειμμα, όπου συνήθως προτιμάται η χειρουργική αντιμετώπιση. Σε στενώσεις 70-99% θα πρέπει να γίνει χειρουργική αντιμετώπιση ενώ όταν υπάρχει πλήρης 100% απόφραξη η αντιμετώπιση είναι συντηρητική.